Τετάρτη 21 Μαΐου 2014

Ένα θέατρο (σενάριο και χαρακτήρες) του παραλόγου που δεν πρόκειται ΠΟΤΕ να παιχτεί επί θεατρικής σκηνής






Σύριζα στην απροσπέλαστη ακτή και χαζεύοντας την θάλασσα που λυσσομανάει μια παρέα ανόητων “μεθυσμένων” από την γοητευτική απειλή των καιρικών στοιχείων φαντασιώνεται ότι είναι ικανή για πράματα και θάματα. Στρέφοντας τα νώτα στους οιωνούς και περιγελώντας την άγρια θύελλα, η παρέα δηλώνει πανέτοιμη να σαλπάρει με την μικρή αυτοσχέδια βαρκούλα της στα ανοιχτά αλλά και βέβαιη για μια “ψαριά” που δεν θα έχει προηγούμενο. Προσκαλεί τους πάντες να την ακολουθήσουν και να επιβιβαστούν. “Τα καλύτερα και μεγαλύτερα ψάρια – ως και οι πλέον άγριοι καρχαρίες – είναι ευάλωτα, διαθέσιμα στους γενναίους, αρκεί να έχουν το θάρρος να αποπλεύσουν για τα βαθιά”: Έτσι διαλαλούνε τραγουδιστά οι της μεθυσμένης παρέας, ένας αλαφιασμένος νεαρός με την απαραίτητη θεατρική σοβαρότητα τους δίνει τον τόνο.





Κάποιος παντελώς απαίδευτος πλην όμως αρκούντος κουτοπόνηρος ώστε να ξέρει να παριστάνει τον ξύπνιο σαμαράς, καβαλημένος φαρδιά πλατιά στο λαϊκό γαϊδούρι (του) που αγκομαχά και το οποίο με χίλια κόλπα και ψέμματα κατόρθωσε να σαμαρώσει, προσπαθεί να αποτρέψει τους ευάλωτους να ακολουθήσουν την παρέα των μεθυσμένων, δείχνοντάς τους τα λυσσασμένα στοιχειά της φύσης, συνιστώντας υπομονή και υποσχόμενος ότι σύντομα οι καιροί θα καλυτερέψουν. Τους ζητά να εμπιστευτούν τη σοφία των συμβούλων του και τα εγγυημένα σχέδιά τους για καλή ψαριά το ταχύτερο δυνατόν, χτυπώντας στοργικά στο σβέρκο τον κορυφαίο εξ’ αυτών (των σοφών), που ακούει και απαντάει στο παντελώς συμβολικά ακατάλληλο (για σοφό) όνομα ... “Στουρνάρας”. Είναι αυτός, εξηγεί στους πάντες, που κάνει τη δύσκολη δουλειά, αυτή που σύντομα θα αποδώσει καρπούς. Αλλα, διάολε, με τέτοιο όνομα πολύ δύσκολα πείθει για ... σοφός. Γι' αυτό και τα χαράς ευαγγέλια έχει αναλάβει να προετοιμάσει και διαρκώς να προ-αναγγέλλει με περίσσιο πάθος ένα εμφανώς νευρικό, παχύ και πομπώδες πλάσμα που τρώει ακατάπαυστα πράσινες ελιές φτύνοντας με μαγκιά τα κουκούτσια. Το πλάσμα ακούει στο όνομα Ευάγγελος και στέκεται όρθιο παραπλεύρως του κουτοπόνηρου σαμαρά. Ευαγγελιζόμενο πέραν και πρώτα όλων την στιγμή της δικαίωσής του.





Στα θολά νερά ενός τεχνητού ποταμιού, φτηνής εργολαβίας της τελευταίας στιγμής για να μαζεύονται μπάζα και απόβλητα από παρακείμενη βιομηχανία χάρτου, ένας ράθυμος και ολίγον μποέμ τύπος παριστάνει τον μερακλή ψαρά διαμηνύοντας με την πρέπουσα λελογισμένη έμφαση στους όποιους περαστικούς ότι η ψαριά του είναι η μόνη ασφαλής και πρέπει να την αγοράσουν χωρίς να χρειάζεται πριν να την δουν. Στην αυτοσχέδια όχθη του ποταμιού και λίγα μέτρα απόσταση από τον ... χομπίστα ψαρά, μια γέρικη Ελιά χωρίς πλέον καρπό προσπαθεί αγωνιωδώς να ποτιστεί από τα θολά νερά δίνοντας ύστατο αγώνα επιβίωσης. Ευχές  νευρικές και ύμνους πομπώδεις αφιερώνει στο όνομά της από κάποια διακριτή απόσταση (για να μη το ... γρουσουζέψει) ο Ευάγγελος, ευλογώντας το “δίκαιο” αγώνα της και προ-αναγγέλλοντας το “υποχρεωτικό” της δικαίωσής του.





Μια μικρή παρέα λιμοκοντόρων συνοδευόμενων από τις αντίστοιχες - όλο σκέρτσο και φιγούρα - ανόητες κυρίες, αναλαμβάνοντας “δράση ξανά” μετά από μια μικρή περίοδο ανάπαυλας από … (κανείς δεν ξέρει, όλο και κάτι θα έκαναν πριν), σουλατσάρει μπρος πίσω στις αυτοσχέδιες γέφυρες που ενώνουν τις όχθες του ποταμιού, φωνασκώντας και σχολιάζοντας αφ’ υψηλού τα τεκταινόμενα στην κάτω παραθαλάσσια χώρα. Ξανά κάτω στα γήινα, το μάτι πέφτει σε μια άλλη μικρή “φωτεινή” παρέα ανθρώπων που μέσα στη θεομηνία και το χαμό δίνουν “αριστερά και δημοκρατικά” μισό δίκαιο στον ένα μισό στον άλλο και σε κανέναν ολόκληρο επιλέγοντας να κάνουν σε όλους εκ περιτροπής τους “σοφούς”. Πλην όμως (η επιτομή της αυτοϋπονόμευσης) έχοντας ανάμεσά τους σύμβουλο καθοριστικό της έννοιας του “καλού” κάποιον που ακούει και απαντά στο όνομα … Κακουλίδης. Και κάποια άλλη που δηλώνει ότι θα καθαρίσει το πυκνό "εθνικό πούσι" επαναφέροντας την ορατότητα στην αλήθεια φέρουσα (η ... αθεόφοβη) το όνομα ... Ρεπούση.







Που και που ακούγονται κάποιοι μονότονα επαναλαμβανόμενοι ήχοι, είναι πλέον συνηθισμένοι σε όλους, παντελώς ενταγμένοι στο ηχητικό τους πεδίο. Πρόκειται για μια χρόνια φωλιά του κούκου – ε υπάρχουν και αυτές – που αμετακίνητη στη θέση της λειτουργεί ως το "δημόσιο και δωρεάν" παραδοσιακό ξυπνητήρι της παραθαλάσσιας χώρας. Όλοι θέλουν να ξέρουν την ώρα αλλά και κανένας δεν ενδιαφέρεται να μάθει όλες τις μικρές και μεγάλες λεπτομέρειες γι’ αυτή, θεωρείται αναπόφευκτα δεδομένη. Δεδομένα και οι δείκτες γυρνάνε διαρκώς ακούραστα επαναλαμβάνοντας την ίδια κυκλική διαδρομή. Αληθώς και μόνιμα ζαλισμένοι από την αδιάκοπη παρακολούθηση της τροχιάς τους όσοι ζούνε μέσα στη “φωλιά” έχουν ως βασικό τους μέλημα να αναδείξουν το ψεύδος των προσωρινά ζαλισμένων από το μεθύσι της θεομηνίας που παριστάνουν τους γενναίους σύριζα στην απροσπέλαστη ακτή. Κατά τα άλλα, η φωλιά, το “μοναστήρι” να είναι καλά.

Κάποιοι ανόητοι ψευτόμαγκες απειλώντας θεούς και δαίμονες δηλώνουν αποφασισμένοι για όλα, και στριμωγμένοι γύρω από ένα φρεσκοστρωμένο τραπέζι το έχουν ρίξει στον τζόγο, επαναλαμβάνοντας εν συγχορδία - μιας και τέλειο φύλο ποτέ δεν υπάρχει - ΕΠΑΜ ε για άλλα. Έχουν υποβάλει εαυτούς σε κατά φαντασία ρόλο μεγάλου "παίκτη" και καταφέρνουν να προσπερνούν την κρίσιμη λεπτομέρεια ότι "δεν υπάρχει σάλιο" φτύνοντας δεξιά και αριστερά. Από το όλο έργο θα ήταν παράλειψη η μη αναφορά σε μια ομάδα εμφανώς βλαμμένων και παντελώς "καμμένων" - πιθανότατα λόγω υπερβολικής ηλιοθεραπείας τα προηγούμενα χρόνια δίχως το απαραίτητο προληπτικό γιαούρτι για την αποφυγή των εγκαυμάτων - που βγάζοντας αφρούς απ' τον θυμό τους θεωρούν (δια της αυθυποβολής) εαυτούς πυροσβεστήρες. Πυροσβεστήρες οι οποίοι θα σβήσουν τις φωτιές και πυρκαγιές που η νοσηρή φαντασία των βλαμμένων "καμμένων" υποθέτει ότι τοποθετούνται από νοσηρούς εχθρούς - εμπρηστές, εντεταλμένους να κατακάψουν τη χώρα. Και να ταν μόνο αυτοί, είναι και άλλοι ...





Μέσα σε όλα, ιδού και κάποιες ομάδες ανθρωπόμορφων εξαγριωμένων πιθήκων που - αντί να είναι κλεισμένοι σε κλουβιά - κυκλοφορούν ελεύθεροι κτυπώντας τα στήθια τους αλλά και όποιον “ευάλωτο” βρεθεί στον δρόμο τους, και ουρλιάζουν άναρθρα επιμένοντας ότι πίσω από τον ορίζοντα, στα πέρατα του άγριου ωκεανού, βρίσκεται και τους περιμένει καρπερή μια … κόκκινη μηλιά, πανέτοιμη όταν ανατείλει μια … χρυσή αυγή να υποδεχτεί μετά τιμών και να “χορτάσει” τα άγρια υπαρξιακά τους.





*Το θέατρο του παραλόγου – σενάρια και χαρακτήρες – δεν πρέπει να “πατάει” στα πραγματικά στοιχεία (σενάρια και χαρακτήρες) που συνθέτουν το παιχνίδι της ζωής, πρέπει ερμηνευτικά να τα υπερβαίνει. Γι’ αυτό και δεν έχουμε την παραμικρή ψευδαίσθηση ότι ένα θεατρικό έργο παραλόγου με το σενάριο και χαρακτήρες που παρατέθηκαν, δεν πρόκειται ποτέ να παιχτεί επί θεατρικής σκηνής.

Υστερόγραφο: Αποδίδουμε ένα θεατρικό σενάριο που "πατάει" σε ρόλους και χαρακτήρες της πολιτικής ζωής, δεν αναλύουμε καθεαυτούς τους ρόλους και χαρακτήρες. Η έννοια του "παραλόγου" έχει να κάνει με το αδιέξοδο που η συνύπαρξη αυτών των ρόλων και χαρακτήρων προμηνύει, εξ ου και αποδίδονται με ακραία χαρακτηριστικό τρόπο. Για θέατρο του παραλόγου σε εποχές (πανθομολογούμενης) κρίσης της πολιτικής άλλωστε, γράφουμε, όχι για την ελληνική πολιτική σκηνή την εποχή της κρίσης του θεάτρου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου